Προκλητική συμπεριφορά και ασέβεια στην εφηβεία
Τα περισσότερα παιδιά -όχι όλα βέβαια- παρουσιάζουν κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της εφηβείας συμπεριφορές που προκαλούν τον εκνευρισμό και τις αντοχές των υπολοίπων μελών της οικογένειας. Αυτό συμβαίνει γιατί μεγαλώνουν, διεκδικούν την αυτονομία και τον προσωπικό τους χώρο, δοκιμάζουν τα όρια που προϋπήρχαν με μοναδική πρόθεση να τα επαναδιαπραγματευθούν ή απλώς να τα ξεπεράσουν, αποκτούν τις δικές τους -πρώιμες τις περισσότερες φορές- απόψεις επί παντός επιστητού, τις οποίες υπερασπίζονται σαν να είναι γραμμένες σε πέτρα και γενικά βρίσκονται σε μια διαδικασία αυτονόμησης και ωρίμανσης που περνάει μέσα από -τι άλλο;- μια μικρή προσωπική επανάσταση. Οι μηχανισμοί διαχείρισης του συναισθήματος και οι βασικές αρχές αποτελεσματικής επικοινωνίας δεν έχουν ακόμα αναπτυχθεί επαρκώς, οι απότομες αλλαγές στη διάθεση δεν βοηθούν, οι προσπάθειες προσωπικής διερεύνησης και διαμόρφωσης ταυτότητας αλλά και η ανάγκη για εντυπωσιασμό και αναγνώριση δημιουργούν ένα εκρηκτικό “κοκτέιλ” που πολλές φορές οδηγεί σε συμπεριφορές που εκπλήσσουν τους γονείς αλλά ακόμα και το ίδιο το παιδί! Όπως πάντα, το ερώτημα παραμένει ίδιο: “εμείς τι κάνουμε;”!
Στο κομμάτι της επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης με παιδιά, το σημαντικότερο είναι να κρατάμε την ψυχραιμία μας. Μην επηρεάζεστε από τον τόνο που προσπαθεί να δώσει στη συζήτηση το παιδί. Κρατήστε τους τόνους εκεί που πρέπει να είναι: χαμηλά. Χρησιμοποιήστε χιούμορ -όσο μπορείτε χωρίς να θεωρηθεί προσβολή ή κοροϊδία- για να αποφύγετε τις “παγίδες θυμού” που σας στήνουν τα παιδιά και αγνοήστε μη λεκτικές προκλήσεις (ενδείξεις βαρεμάρας, ειρωνικά μάτια κ.λπ.) που μοναδικό στόχο έχουν να σας προκαλέσουν ή να διακόψουν άδοξα τη συζήτηση. Δώστε θετική ενίσχυση για ότι “καλό” συμβεί κατά την αλληλεπίδρασή σας (“σ’ ευχαριστώ για αυτή τη συζήτηση, ξέρω ότι δε σου ήταν ευχάριστη” ή “χαίρομαι που μπορέσαμε να κουβεντιάσουμε ήρεμα”).
Σε ό,τι αφορά την πειθαρχία και τη διαχείριση της προκλητικής συμπεριφοράς και της ασέβειας, προσπαθήστε να είστε όσο πιο ξεκάθαροι μπορείτε κατά τη θέσπιση κανόνων και περιορισμών. Για παράδειγμα, μπορείτε να πείτε ότι “στις συζητήσεις μας θα ήθελα να μην χρησιμοποιούμε χαρακτηρισμούς” και όχι κάτι πολύ γενικό όπως το “μιλάμε όμορφα”. Αναφερθείτε στη συμπεριφορά του παιδιού (π.χ. “όταν μιλάς έτσι με προσβάλλεις και με στενοχωρείς”) και όχι στην προσωπικότητά του (π.χ. “είσαι αγενής…απορώ που έμαθες να μιλάς έτσι”). Ακόμα, μπορείτε να ορίσετε κάποιες συνέπειες για συγκεκριμένες συμπεριφορές αλλά κάντε το με σύνεση και λογική, για τις συμπεριφορές που πραγματικά το θεωρείτε αναγκαίο. Μια μακρά λίστα συμπεριφορών προς αποφυγήν με την αντίστοιχη λίστα συνεπειών, σε μια περίοδο που όλα αυτά συμβαίνουν μέσα στο πλαίσιο της (φυσιολογικής) εφηβικής επανάστασης, θα φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα. Όπως λέμε συχνά, πρέπει να “διαλέγουμε τις μάχες μας”!
Παρόλα αυτά, αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην αναμενόμενη “επανάσταση” της εφηβείας και στη προκλητική ή ασεβή συμπεριφορά που μπορεί να σχετίζεται με βαθύτερα αίτια και προβλήματα. Χρειάζεται να αξιολογούμε τη συνολική εικόνα του παιδιού και όχι μεμονωμένες συμπεριφορές ή αντιδράσεις. Για παράδειγμα, ένα παιδί που φαίνεται να λειτουργεί σχετικά καλά σε όλους τους τομείς της ζωής του (ακαδημαϊκό, κοινωνικό, προσωπικό κ.λπ.) και παρουσιάζει μεμονωμένα και παροδικά ξεσπάσματα, ασεβή σχόλια ή προκλητικές συμπεριφορές, μάλλον δε θα πρέπει να μας ανησυχήσει. Αντίθετα, ένα παιδί που συνδυάζει ξεσπάσματα, ασεβή σχόλια ή προκλητικές συμπεριφορές με εκφάνσεις βίας, κοινωνική απομόνωση, συχνές απουσίες από το σχολείο, αλλαγές που δε συνάδουν με την προσωπικότητα του παιδιού κ.λπ. ίσως χρειάζεται περισσότερη προσοχή, αφού αυτά μπορεί να είναι προμηνύματα ότι κάτι σοβαρότερο μπορεί να συμβαίνει.
Ας θυμόμαστε ότι η αναζήτηση βοήθειας και συμβουλών, αν αισθανόμαστε ότι δυσκολευόμαστε να ανταπεξέλθουμε στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε, δεν είναι ντροπή, ούτε παραδοχή κάποιας γονεϊκής αποτυχίας. Αντίθετα, είναι δείγμα ψυχικής υγείας και ώριμης αντιμετώπισης της κατάστασης.